- ἀνακύψει
- ἀνακύπτωlift up the headaor subj act 3rd sg (epic)ἀνακύπτωlift up the headfut ind mid 2nd sgἀνακύπτωlift up the headfut ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
πολιτιστικός — ή, ό, Ν 1. (κοινων.) αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον πνευματικό, ιδίως, πολιτισμό και στα επιμέρους στοιχεία του 2. ο πολιτισμικός 3. φρ. α) «πολιτιστική εξέλιξη» η ανάπτυξη ενός πολιτισμού από τις απλούστερες προς τις πιο πολύπλοκες μορφές με … Dictionary of Greek
Βάλβης, Δημήτριος — (Μεσολόγγι 1814 – Αθήνα 1892). Δικαστικός και νομομαθής. Έφηβος ακόμη, δοκίμασε τα δεινά της πολιορκίας του Μεσολογγίου, το οποίο μπόρεσε τελικά να εγκαταλείψει και να διαφύγει με τη βοήθεια της μητέρας του στο νησάκι Κάλαμος του Ιονίου. Αργότερα … Dictionary of Greek
Βολέσλαος ή Βολεσλαύος — I (Boleslaus).Όνομα ηγεμόνων της Πολωνίας. 1. Β. Α’, ο Ανδρείος (966; – 1025). Δούκας (992 1000) και βασιλιάς της Πολωνίας (1000 25). Γιος του δούκα της Πολωνίας Νιετσίσλαφου, ήταν ο πρώτος Πολωνός ηγεμόνας που αναγορεύτηκε βασιλιάς αφού είχε… … Dictionary of Greek
Κένεντι, Τζον Φιτζέραλντ — (John Fitzgerald Kennedy, Μπρούκλιν 1917 – Ντάλας 1963). Αμερικανός πολιτικός, πρόεδρος των ΗΠΑ (1960 63). Ήταν γόνος πλούσιας οικογένειας ιρλανδικής καταγωγής, δευτερότοκος γιος του επιχειρηματία Τζόζεφ Κένεντι, ο οποίος διετέλεσε πρεσβευτής των … Dictionary of Greek
Φιλοσόφου, μονή — Ιστορική μονή της Γορτυνίας, 7 χλμ. Β της Δημητσάνας, χτισμένη σε γραφική αλλά δυσπρόσιτη όχθη βαθιάς χαράδρας, που τη διαρρέει ο ποταμός Λούσιος. Ιδρύθηκε λίγο πριν το 967 από τον αξιωματούχο του Νικηφόρου Φωκά Ιωάννη Λαμπαρδόπουλο, που ήταν… … Dictionary of Greek